Παρακολουθώ τα γεγονότα και χάνομαι σε μια δίνη συναισθημάτων, ως επι το πλείστον σκοτεινών.
Ντροπή για τον τόπο αυτό, τον τόπο που διάλεξα να μεγαλώσω τα παιδιά μου. Ντροπή γιατί είναι ο τόπος μου και γεννάει τέρατα σαν αυτά που λυμαίνονται τους δρόμους της Αθήνας. Ντροπή γιατί ως μικροαστός οικογενειάρχης δεν πρόκειται να βγω στους δρόμους με την κάμερα στο χέρι.
Θλίψη, για τον τόπο μου, την κατάντια μας. Για τους ανθρώπους που μην έχοντας στον ήλιο μοίρα ήρθαν στη χώρα του Δία, του Ξένιου Δία, χωρίς να υποπτεύονται το τι τους περιμένει. Θλίψη γιατί την επόμενη φορά που θα συναντήσω έναν μπορεί και να τιναχτεί από τον τρόμο πριν προλάβω να του εξηγήσω ό,τι δεν…δεν είμαστε όλοι κρετίνοι.
Αποσβολωμένη έκπληξη για τη μαζική αθλιότητα κυβερνώντων, δημοσιογράφων, αστυνομίας.
Και οργή. Οργή για τους μικρόκακους Έλληνες, τους Έλληνες της ελάχιστης μνήμης, αυτούς που μεγαλώσανε με τις ιστορίες της ξενιτιάς και της μεγάλης φτώχιας, ανιστόρητοι, μικρόμυαλοι, δειλοί.
Οργή μαίνουσα, που υπογραμμίζει όλες τις σκέψεις και όλες τις αντιδράσεις.
Ένα κουβάρι έχουν γίνει όλα και ψάχνω λόγια να τα εκφράσω, μια διέξοδο για όλο αυτό το σκοτάδι.
Ο μεγάλος Χατζιδάκις έγραψε πριν από 25 χρόνια “Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν’ αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους.”
Και 25 χρόνια μετά, η επόμενη γενιά επαναλαμβάνει τα ίδια μοτίβα.
Ανιστόρητοι, μικρόμυαλοι, δειλοί.